«Σαγήνη και πλάνη των λέξεων στην ανήλικη βία»
Ανακοίνωση του Νίκου Σιδέρη στο 1ο Διεθνές Συνέδριο “Βία κατά των ανηλίκων. Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις, Πρόληψη & Παρεμβάσεις”
Αυτή η ανακοίνωση βασίζεται στα βιβλία του Νίκου Σιδέρη «Bullying: Και όμως νικιέται!» (Μεταίχμιο 2016) και «Δύναμη και Βία στην Εφηβεία» (Μεταίχμιο 2016).
ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ
Η βία που υφίστανται και ασκούν ανήλικοι ενσαρκώνει μια αινιγματική εκδοχή του ανοίκειου στη σημερινή δυσφορία μέσα στον πολιτισμό. Οι δε άγονες προσπάθειες αντιμετώπισής της υπαγορεύουν αλλαγή παραδείγματος — θεώρησης, στρατηγικής και τακτικής.
Αυτό το σύμπτωμα των καιρών υποστηρίζεται και από την εξυπονοούμενη παραδοχή ότι η γλώσσα και η χρήση της γλώσσας, που κυρίαρχα υιοθετούνται για την περιγραφή, ανάλυση και αντιμετώπισή του, είναι «αυτονόητα και φυσικά» πρόσφορες και αποτελεσματικές. Όπως θα δείξουμε, αυτή η σιωπηρή παραδοχή δεν ισχύει, αλλά αποτελεί στερεότυπο που προστατεύει το σύμπτωμα «ανήλικη βία».
Καθοριστική είναι εδώ η θέση των λέξεων. Καίρια σημαίνοντα, όπως η κυρίαρχη ονομασία των τεκταινομένων («εκφοβισμός», «μαγκιά», «παραβατικότητα», κλπ.), δεν αντιπροσωπεύουν αδρανή εργαλεία περιγραφής. Λειτουργούν ως ενεργά στοιχεία που διαμορφώνουν επιτελεστικά την αναπαράσταση του φαινομένου και τις συναγόμενες «αυθόρμητες», «αυτονόητες» στάσεις τόσο εκείνων που εκδηλώνουν βίαιες συμπεριφορές όσο και των υπολοίπων.
Η κυρίαρχη γλώσσα για την ανήλικη βία παράγει σαγήνη και πλάνη ως προς την πραγματικότητα ενός φαινομένου, το οποίο δεν προκύπτει ούτε εν κενώ ούτε ως αντίδραση (π.χ. στον covid), αλλά ως σύμπτωμα που αποκαλύπτει και συγκαλύπτει ταυτόχρονα βαθύτατες ανθρωπολογικές, ιστορικές και ψυχολογικές διεργασίες.
Η μη-αναστοχαστική υιοθέτηση λέξεων θωρακίζει την ανήλικη βία τροφοδοτώντας την αναπαραγωγή της και την απόγνωση όσων την υφίστανται ή καλούνται να την αντιμετωπίσουν.
Συνεπώς, η κριτική αναθεώρηση θεμελιωδών γλωσσικών σημαινόντων αντιπροσωπεύει αναγκαία συνιστώσα κάθε στρατηγικής έναντι της ανήλικης βίας.
ΛΕΞΕΙΣ – ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ
Επιστημολογική αρχή της ανάλυσης είναι ότι ορισμένες λέξεις σε κάποια συγκείμενα δεν αποτελούν απλά εργαλεία περιγραφής. Αλλά λειτουργούν ως πυρήνες κρυστάλλωσης και νοημάτων και, όλως ιδιαιτέρως, φαντασιώσεων που καθορίζουν αναπαραστάσεις και συμπεριφορές. Για παράδειγμα, «Ελευθερία ή Θάνατος» δεν είναι ένα λεκτικό δίπολο που απλώς περιγράφει μία ενδεχόμενη επιλογή. Αντιπροσωπεύει συμπύκνωση νοημάτων και φαντασιώσεων που υπόκεινται ενός επαναστατικού προτάγματος και υποστηρίζουν στάσεις που φτάνουν μέχρι τη θυσία της ζωής για χάρη του ιδανικού. Πρόκειται για λέξεις-φαντασιώσεις.
Η άκριτη βύθιση ανηλίκων στην ακατέργαστη βία είναι πολύπλοκη διεργασία. Ωστόσο, ο βασικός μηχανισμός της συνοψίζεται στην ανατροφοδοτούμενη ακολουθία που ονομάζω «πυρηνική αντίδραση της βίας»:
- Ο ναρκισσισμός, ως ατεχνία και έλλειμμα ανθρώπινης σχέσης και αγάπης, διαμορφώνει επάλληλα περιβάλλοντα υπαρξιακού και εμπειρικού κενού
- Αυτό το κενό του κόσμου αποτελεί το υπόστρωμα όπου φυτρώνει και θεριεύει η λατρεία της δύναμης, η σαγήνη της βίας και η απόλαυση του κακού
Τουτέστιν: βιώνω έλλειμμα αγάπης, άρα αναζητώ εναλλακτικές που εξασφαλίζουν το θετικό βλέμμα του άλλου ως αναγνώριση, αποδοχή, θαυμασμό… Όπως το θέτει ο Μακιαβέλι στον «Ηγεμόνα»: Αν δεν είναι δυνατόν να σε αγαπούν, καλύτερα να σε φοβούνται. Με φοβούνται αν έχω τη δύναμη να προξενήσω κακό στον άλλον. Άρα, λατρεία της δύναμης και επίδειξη δύναμης με την πιο πρόχειρη εκδοχή της, που είναι η ακατέργαστη βία. Η άσκηση της βίας, παράλληλα, τροφοδοτεί τις ενυπάρχουσες στον ψυχισμό σαδιστικές ροπές, δηλαδή ενισχύει την εξωτερική αναγνώριση με μια ενδογενή απόλαυση του κακού. Και ο μοιραίος κύκλος κλείνει και σφραγίζεται όταν αυτή η εμπειρία ονοματίζεται όχι «κακοποίηση» και «σαδισμός», αλλά «μαγκιά» (αυτό που δείχνουν οι έρευνες). Η λέξη καθαγιάζει το αθέμιτο πράγμα και μπλοκάρει τη σκέψη, καθιστώντας αδύνατη κάθε αναστοχαστική και ηθική διερώτηση. Κλείσιμο της ψυχής που θωρακίζεται απέναντι σε κάθε κριτική θεώρηση όταν – σχεδόν πάντα– συνοδεύεται από τη Μεγάλη Αυταπάτη των εφήβων: Ύψιστη αξία η δύναμη – και εγώ (μαζί με κάποιους άλλους, ίσως) θα είμαι ο πιο δυνατός.
Όταν το σύμπλεγμα «λατρεία της δύναμης – σαγήνη της βίας – απόλαυση του κακού – μεγάλη αυταπάτη των εφήβων» ονομασθεί «μαγκιά», τότε εγκαθιδρύεται ως κύριο σημαίνον, φορέας ενός συστήματος φαντασιώσεων που είναι απροσπέλαστο στον στοχασμό και τον λόγο. Η μαγεία της λέξης-φαντασίωσης «μαγκιά» εμποτίζει τις ψυχές και των κακοποιητών που σκηνοθετούν τον σαδισμό τους, και των παρατηρητών που τους θαυμάζουν και τους λένε «μάγκες», αλλά, όπως δείχνουν οι έρευνες, ακόμη και των θυμάτων, που τους θαυμάζουν εξίσου και συχνά ταυτίζονται με τον επιτιθέμενο. Έτσι, η πανίσχυρη λέξη «μαγκιά» ανασημαίνει κάθε εμπειρία ανατροφοδοτώντας τις σπείρες του κακού και μετατρέποντάς το σε θανατηφόρα γιορτή – όπως δείχνει η βιντεοσκόπηση και διαδικτυακή διάδοση των πράξεων κακοποίησης ανηλίκων από ανηλίκους. Ή, ακόμη πιο συμπτωματικά, η προσχώρηση και των ίδιων των θυμάτων στη σαγήνη της βίας που υφίστανται. Όπως ένα 11χρονο παιδί που, μετά από μήνες bullying, ήρθε για θεραπεία – και σε μια στιγμή είπε για τον πρωτοστάτη της κακοποίησής του: «Θέλει να είναι ο κυρίαρχος της τάξης. Το ίδιο θέλω και εγώ.»
ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ ΔΥΝΑΜΗΣ ΚΑΙ ΛΕΞΗ-ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της βίας από-προς ανήλικους είναι η ασυμμετρία δύναμης: Είτε ένας πολύ πιο δυνατός σωματικά, είτε πολλοί-αγέλη επιτίθενται σε έναν αδύναμο στόχο.
Αυτή η επίδειξη ασύμμετρης βίας τυπικά αναπαριστάται από τους εφήβους ως «μαγκιά» επειδή, απλούστατα, η λέξη-φαντασίωση «μαγκιά» έχει παραδοθεί στον γλωσσικά αδαή και σαδιστικά εμποτισμένο από τη σαγήνη της βίας λόγο των κακοποιητών. Ωστόσο, εδώ η μάχη για τις λέξεις αναδεικνύεται ως θεμελιώδης στρατηγική συνιστώσα όποιου εγχειρήματος καταπολέμησης της ανήλικης βίας.
ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ
Όποιος αστοχεί σ τις λέξεις, αργά ή γρήγορα αστοχεί και στην πράξη. Η ανήλικη βία μοιάζει φαινόμενο φυσικό και ακατανίκητο, που μόνο να αμυνθείς μπορείς απέναντί του, επειδή περιβάλλεται από φαντασιακή αίγλη και σαγήνη. Πεμπτουσία αυτής της μαγείας είναι η επένδυση πράξεων ασύμμετρης βίας από δράστες, θεατές και θύματα με λέξεις που τους προσδίδουν «αυτονόητη» σαγήνη και ισχύ, πρωτίστως η λέξη-φαντασίωση «μαγκιά».
Το να επιτρέπουμε σε αυτή και άλλες παρόμοιες λέξεις (όπως «μάγκας», «νταής», «νταηλίκι») να καταλαμβάνουν αμαχητί το λεκτικό πεδίο ως αυτονόητες λεκτικές περιγραφές των κακοποιητικών συμπεριφορών είναι στρατηγική υποχώρηση, η οποία κάνει ακόμη δυσκολότερη την κατανίκησης της ανήλικης βίας.
Όμως, η γλωσσική αλήθεια είναι ότι ο αληθινός μάγκας ποτέ δεν επιτίθεται σε πιο αδύναμο, γιατί κάτι τέτοιο, στον πραγματικό κώδικα της μαγκιάς, θεωρείται ξεφτίλα και ψευτομαγκιά. Αντίθετα, ο αληθινός μάγκας προστατεύει τον αδύναμο όταν υφίσταται επίθεση (κλασική σκηνή στις παλιές ελληνικές ταινίες…).
Ας σκεφτούμε λίγο, λοιπόν, ποιες θα ήταν οι οδηγούσες αναπαραστάσεις αν τα παιδιά από νωρίς μάθαιναν τη λεκτική αλήθεια. Ότι δηλαδή η επίδειξη ασύμμετρης δύναμης δεν είναι μαγκιά, αλλά ασύμμετρη βία, κακοποίηση, θρασυδειλία, «βλακεία» (όπως είπε ένα παιδί στη Βέροια) και γελοιότητα – και στην ουσία της ψευτομαγκιά και ψευτονταηλίκι. Αλήθεια, σε ένα τέτοιο λεκτικό περιβάλλον, ποιο παιδί θα τολμούσε ανενδοίαστα να προβεί σε πράξεις ασύμμετρης βίας — ξέροντας ότι, ακόμη και αν δεν του το πουν καταπρόσωπα, πίσω του τ’ άλλα παιδιά δεν θα το θεωρούν «μάγκα», αλλά ψευτόμαγκα, ψευτονταή και λοιπά ασήκωτα για ένα παιδί γνωρίσματα; Η γνώση ότι το βλέμμα των άλλων παιδιών θα είχε τέτοια προεξοφλούμενη απαξία θα υποχρέωνε ακόμη και όποιο παιδί βρισκόταν αντιμέτωπο με τον πειρασμό της απόλαυσης του κακού να το σκεφτεί καλά πριν ενεργήσει – και πιθανότατα θα το οδηγούσε στο προστατευτικό και για το ίδιο συμπέρασμα ότι τέτοιες λέξεις δημιουργούν ένα περιβάλλον, που του λέει «Δεν με παίρνει, άστο καλύτερα»…
Το υπόδειγμα ανάλυσης-και-παρέμβασης δεν περιορίζεται στη λέξη «μαγκιά» και την ανασύνταξη του σημασιολογικού, ψυχοσυναισθηματικού και συμπεριφορικού πεδίου όπου αυτή η λέξη λειτουργεί ως κύριο σημαίνον. Προφανώς, μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες λέξεις-κλειδιά που δομούν την αναπαράσταση της ανήλικης βίας. Παραδείγματα:
- Η απόδοση «εκφοβισμός» για το bullying : Σημασιολογικά άκυρος, ο όρος «εκφοβισμός» λειτουργεί ως λέξη-φαντασίωση που ενισχύει την αίσθηση δύναμης και τη νοσηρή αίγλη των κακοποιητών. Και ακριβέστερη και παραγωγικότερη θα ήταν η χρήση απαξιωτικών όρων όπως «τραμπουκισμός» ή «ψευτονταηλίκι».
- Ο χαρακτηρισμός «νταήδες» για τους κακοποιητές. «Νταής» σημαίνει παλληκάρι και η λέξη, δίκην φαντασίωσης, περιβάλλει με θετική άλω τον δράστη — κρύβοντας το ότι η επίθεση σε ανίσχυρο χαρακτηρίζει τον ψευτονταή.
- Παρόμοια αναθεώρηση απαιτείται και για όρους όπως «παραβατικότητα» ακόμη και σε περιπτώσεις απτής κακοποίησης ή και εγκληματικότητας, «περιορισμός» ή «ποινή» όταν πρόκειται για καταλογισμό και ανάληψη ευθύνης για κακοποιητικές πράξεις σου, κλπ. – λέξεις που υποκρύπτουν φαντασιώσεις διαρκούς ακαταλόγιστου των «παιδιών».
Πόρισμα: Μήπως θα άξιζε, στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς, ήδη από το Δημοτικό, να γίνονται δύο ή τρία μαθήματα σχετικά με τη λέξη «μαγκιά» και με το ποιες λέξεις περιγράφουν τόσο το bullying όσο και άλλες συμπεριφορές επίδειξης ασύμμετρης δύναμης;
ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ ΠΕΙΘΟΜΕΝΟΙ
Έννοιες, αναλύσεις και παραδείγματα εικονογραφούν μια θεμελιώδη αρχή ως προς την αντιμετώπιση της ανήλικης βίας: Όποιος δεν δίνει τη μάχη για τις λέξεις, έχει χάσει τον πόλεμο εκ προοιμίου. Ενώ όποιος κερδίσει τη μάχη για τις λέξεις, έχει κερδίσει τον μισό πόλεμο. Επειδή όσο υπάρχει η σαγήνη, τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Ενώ αν αποδομηθεί αυτή η σαγήνη – και μέσω της λεκτικής της αναπλαισίωσης! – τότε έχει κερδηθεί η μισή παρτίδα και ο δρόμος για κερδηθεί και η υπόλοιπη έχει ανοίξει: Επειδή ακριβώς οι απρόσφορες λέξεις μπλοκάρουν τη σκέψη, ενώ οι πρόσφορες λέξεις ξεμπλοκάρουν και το μυαλό και την πράξη.
Το 1° Διεθνές Συνέδριο “Βία κατά των Ανηλίκων. Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις, Πρόληψη και Παρεμβάσεις” πραγματοποιήθηκε στις 4 & 5 Απριλίου 2025, στο Συνεδριακό Κέντρο Αρχαίου Ελαιώνα, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, Αθήνα.
Το συνέδριο διοργάνωσε η Εταιρεία για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων (Ε.ΨΥ.Υ.Π.Ε), σε συνεργασία με το Εργαστήριο Συμβουλευτικής, Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης και Κοινοτικών Παρεμβάσεων (Ε.ΣΥ.ΨΥ.ΚΟΠ), του Τμήματος Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (Ι.Υ.Π.), το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ε.Κ.Κ.Α.) και την Εταιρεία κατά της Κακοποίησης του Παιδιού «ΕΛΙΖΑ», υπό την αιγίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.