Τέση Λαζαράτου
Ψυχοθεραπεύτρια
Γεννήθηκε στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας, το 1959. Το 1982 τελείωσε το τμήμα Εποπτών Υγείας της Σχολής Στελεχών Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας.
Από το 1979 στον απόηχο του κινήματος της Αντιψυχιατρικής στην Κεντρική Ευρώπη εντάχθηκε στις πρώτες ομάδες εξωνοσοκομειακής παρέμβασης που συγκρότησε ο Καθηγητής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος. Μαθήτευσε στο μεγάλο σχολειό της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης η οποία στην συνέχεια απετέλεσε το εφαλτήριο για την συνάντησή της με την Κοινωνική Ψυχιατρική. Μέσα από τις αρχές τους συγκρότησε την εμβληματική για την θεραπευτική της ταυτότητα πεποίθηση ότι «η ελευθερία είναι θεραπευτική», νοηματοδοτώντας εκ νέου τα θεμέλια της ψυχικής υγείας.
Την περίοδο 2002 – 2009 εκπαιδεύτηκε στην Ελληνική Εταιρία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας, στην οποία ανήκει. Η ψυχαναλυτική θεωρία της επέβαλε να εμβαθύνει την κατασκευαστική συνθετότητα της θεραπευτικής σχέσης και την ενέπνευσε στο να εμπλουτίσει όχι μόνο την κλινική καθημερινότητα αλλά και την σχέση της με το κόσμο. Η παραδοχή της μοναδικότητας του πάσχοντα και η αναγόρευσή του σε υποκείμενο της επιθυμίας του καθόρισε μια νέα προοπτική συνδέσεων ορατών και αοράτων.
Τόσο το ζήτημα του εμπλουτισμού της οργανωτικής αντίληψης που διέπει την Κοινωνική Ψυχιατρική όσο και η αναγκαιότητα της διεύρυνσης των απευθύνσεων της Ψυχανάλυσης, την οδήγησαν σε μια εφαρμοσμένη εκπαιδευτική δραστηριότητα με κέντρο της φιλοσοφία της ψυχαναλυτικής κλινικής σε φορέα ή και θεσμό.
Από το 1982 έως το 1985 εργάστηκε ως ψυχοθεραπεύτρια στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας της Ναυάρχου Νικοδήμου. Από το 1985 εργάστηκε στην Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας και από το 1999 στο Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων Καλλιθέας έως το τέλος του 2017. Από το 2004 υπήρξε μέλος του Δ.Σ. της Εταιρίας Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας. Κατά τα έτη 2000 – 2002 είχε την εποπτεία της Μονάδας των Οξέων του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων Καλλιθέας. Από το 2008 διετέλεσε Υπεύθυνη της Υπηρεσίας Εκπαίδευσης, Έρευνας και Στατιστικής της Εταιρίας και για 11 χρόνια είχε την ευθύνη του διετούς Ψυχαναλυτικού Σεμιναρίου. Από το 2011 – 2014 διετέλεσε Υπεύθυνη του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου. Από το 2009 – 2012 ανέλαβε την ψυχοδυναμική εποπτεία και την οργάνωση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας των Δομών Ψυχικής Υγείας που παρήχθησαν μετά το κλείσιμο του Ψυχιατρείου της Κέρκυρας. Έχει λάβει μέρος σε εκδηλώσεις, σεμινάρια, προγράμματα σαν εισηγήτρια κι εκπαιδεύτρια και σε συνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εκτός της επιστημονικής συμμετοχής της, υπήρξε μέλος των οργανωτικών ή και επιστημονικών επιτροπών τους.
Έχει συμμετοχή σε συλλογικές εκδόσεις:
– Θεµέλιο της ψυχιατρικής ο συναισθηµατικός δεσµός θεραπευτή – θεραπευόµενου (2010), εκδόσεις Παπαζήση
– Η συμβολή της Ψυχανάλυσης στην Ελληνική Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση (2008), εκδόσεις Παπαζήση
– Ελελεύ / Εξόριστοι στο δέρμα μας 2 (2009), εκδόσεις Τόπος
– Τετράδια Ψυχιατρικής
– Ψυχής Δρόμοι, Νοέμβριος 2016, τεύχος 12, εκδόσεις Αρμός
– Δεύτερες σκέψεις, Wilfred R. Bion, συλλογική μετάφραση (2015), Βήτα Ιατρικές Εκδόσεις
– Μικρές Υιοθεσίες (2016), εκδόσεις Γαβριηλίδης
Από τις αρχές του 2018 εργάζεται στο Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας και Προσωπικής Ανάπτυξης “Γαληνός” ως Σύμβουλος Διεύθυνσης και Υπεύθυνη Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας και Εκπαίδευσης. Παράλληλα εργάζεται ως ψυχοθεραπεύτρια και ιδιωτικά. Οι κύριες πτυχές της δουλειάς της αφορούν αφενός στο κλινικό της έργο, την ψυχαναλυτική θεραπεία σε όλο το φάσμα της τεχνικής και των τροποποιήσεών της, και αφετέρου στο εκπαιδευτικό της έργο που συνδέεται με την επίμονη διερεύνηση του θεσμικού πλαισίου – φορέα της θεραπευτικής πράξης.
Το απελευθερωτικό πρόταγμα που εμφορεί την ψυχανάλυση ως προς την εσωτερικότητα κρίνει ότι οφείλει να διαρθρώνεται με το αντίστοιχο κοινωνικό στην εξωτερικότητα. Είναι ιδρυτικό μέλος του Δικτύου Πολιτικών και Κοινωνικών Δικαιωμάτων (1987 έως και σήμερα).
Ερευνά κι εργάζεται για τις διαδρομές από το ενδοψυχικό στο διαπροσωπικό, από το μοναδικό στο από κοινού, από το ψυχικό στο κοινωνικό. Οι αποστάσεις που διήνυσε προκειμένου να τα συνδέσει, στη σκέψη της και στην καρδιά – στη θεωρία και στην κλινική – στην αφήγηση και στην ένταξη συγκροτούν την κρίσιμη για αυτήν συνάρθρωση του λόγου και την πράξης, τη μόνη δηλαδή επίτευξη που εγγυάται ουσιαστικά την θεραπευτική της ταυτότητα.